Ο νόμος δεν κάνει διάκριση ανάμεσα στα δικαιώματα των εργαζομένων προσωρινής και έκτακτης απασχόλησης. Όλοι έχουν τα ίδια δικαιώματα και τον ίδιο βαθμό προστασίας από το κυπριακό δίκαιο.
Εργαζόμενοι μερικής απασχόλησης
Οι εργαζόμενοι μερικής απασχόλησης έχουν τα ίδια δικαιώματα και τον ίδιο βαθμό προστασίας με τους εργαζομένους πλήρους απασχόλησης. Αυτό ενισχύεται δια της νομοθεσίας και του περί Απαγόρευσης της Διακριτικής Μεταχείρισης Νόμου 76(I)2002, σύμφωνα με τον οποίο οι εργαζόμενοι μερικής απασχόλησης δεν πρέπει να υφίστανται διακρίσεις ή υποδεέστερη μεταχείριση σε σχέση με τους εργαζομένους πλήρους απασχόλησης.
Διακρίσεις
Το Σύνταγμα της Κύπρου περιλαμβάνει διατάξεις κατά των διακρίσεων που συνάδουν με την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ΕΣΑΔ). Οι εν λόγω προβλέψεις του άρθρου 28 του Συντάγματος ορίζουν πως κανένα πρόσωπο δεν πρέπει να υφίσταται διακρίσεις λόγω[1]:
χρώματος
φυλής
γλώσσας
εθνικής ή κοινωνικής καταγωγής
πολιτικών ή λοιπών πεποιθήσεων
θρησκεύματος
φύλου
κοινωνικής τάξης
Αξίζει να σημειωθεί πως, σε αντίθεση με το αγγλικό νομικό σύστημα, οι παράμετροι του σεξουαλικού προσανατολισμού, της αναπηρίας και της ηλικίας δεν καλύπτονται από το άρθρο 28. Η Κύπρος έχει επικυρώσει διάφορους νόμους που απαγορεύουν πολυάριθμες μορφές διακρίσεων που θα μπορούσαν να προκύψουν σε ένα εργασιακό περιβάλλον. Πρόκειται για τους εξής νόμους:
Ν. 59(I)/2004 περί ίσης μεταχείρισης προσώπων (ασχέτως φυλετικής ή εθνικής καταγωγής)
Ν. 58(I)/2004 περί ίσης μεταχείρισης στην απασχόληση και την εργασία
Ν. 35(I)/2007 περί προστασίας των μισθών
Ν. 205(I)/2002 περί ίσης μεταχείρισης ανδρών και γυναικών σε θέματα εργασίας και απασχόλησης
Εργαζόμενοι προσωρινής απασχόλησης
Ο νόμος δεν κάνει διάκριση ανάμεσα στα δικαιώματα των εργαζομένων προσωρινής και έκτακτης απασχόλησης. Όλοι έχουν τα ίδια δικαιώματα και τον ίδιο βαθμό προστασίας από το κυπριακό δίκαιο.
Εργαζόμενοι μερικής απασχόλησης
Οι εργαζόμενοι μερικής απασχόλησης έχουν τα ίδια δικαιώματα και τον ίδιο βαθμό προστασίας με τους εργαζομένους πλήρους απασχόλησης. Αυτό ενισχύεται δια της νομοθεσίας και του περί Απαγόρευσης της Διακριτικής Μεταχείρισης Νόμου 76(I)2002, σύμφωνα με τον οποίο οι εργαζόμενοι μερικής απασχόλησης δεν πρέπει να υφίστανται διακρίσεις ή υποδεέστερη μεταχείριση σε σχέση με τους εργαζομένους πλήρους απασχόλησης.
Διακρίσεις
Το Σύνταγμα της Κύπρου περιλαμβάνει διατάξεις κατά των διακρίσεων που συνάδουν με την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ΕΣΑΔ). Οι εν λόγω προβλέψεις του άρθρου 28 του Συντάγματος ορίζουν πως κανένα πρόσωπο δεν πρέπει να υφίσταται διακρίσεις λόγω[1]:
Αξίζει να σημειωθεί πως, σε αντίθεση με το αγγλικό νομικό σύστημα, οι παράμετροι του σεξουαλικού προσανατολισμού, της αναπηρίας και της ηλικίας δεν καλύπτονται από το άρθρο 28. Η Κύπρος έχει επικυρώσει διάφορους νόμους που απαγορεύουν πολυάριθμες μορφές διακρίσεων που θα μπορούσαν να προκύψουν σε ένα εργασιακό περιβάλλον. Πρόκειται για τους εξής νόμους: