Η ΕΕ έχει δικούς της νόμους και αρχές, που περιγράφονται στις ιδρυτικές συνθήκες. Ως φορέας μπορεί να θεσπίσει νομοθεσία, με την οποία τα κράτη-μέλη πρέπει να συμφωνήσουν και να συμμορφωθούν. Οι εν λόγω νόμοι διαιρούνται σε δύο κατηγορίες: σε πρωτογενές δίκαιο, παράγωγο δίκαιο και συμπληρωματικό δίκαιο.
Πρωτογενές δίκαιο
Το πρωτογενές δίκαιο ορίζεται μέσω των συνθηκών που συνιστούν τη βάση των ενεργειών και των αποφάσεων της ΕΕ. Οι συνθήκες καθορίζουν τον τρόπο που κατανέμεται η ισχύς και η δικαιοδοσία ανάμεσα στην ΕΕ και τα κράτη-μέλη. Το πρωτογενές δίκαιο βασίζεται στις αναθεωρήσεις των συνθηκών της ΕΕ, στα πρωτόκολλα/παραρτήματα των συνθηκών και τις συνθήκες των κρατών-μελών της ΕΕ που έχουν προσχωρήσει προσφάτως σε αυτήν.
Παράγωγο δίκαιο
{0>Secondary legislation is constituted from the treaties principles and comprises of directives and regulations.<}0{>Το παράγωγο δίκαιο ορίζεται από τις αρχές των συνθηκών και περιλαμβάνει οδηγίες και κανονισμούς.<0} Επίσης, στις πηγές {0>Secondary sources also include unilateral secondary law, conventions, and agreements with other nations.<}0{> παράγωγου δικαίου περιλαμβάνονται μονομερείς παράγωγες πράξεις, συμβάσεις και συμφωνίες με άλλα έθνη.<0}{0>Unilateral acts are those listed in Article 288 of the TFEU and those not listed, but which are respected communications and recommendations.<}0{>Μονομερείς πράξεις είναι αυτές που αναφέρονται στο άρθρο 288 της ΣΛΕΕ, καθώς και άλλες που δεν αναφέρονται αλλά αποτελούν σεβαστές επικοινωνίες και συστάσεις.<0}{0>Conventions and agreements may be exemplified by international agreements, agreements between EU institutions and the agreements between the states.<}0{>Οι συμβάσεις και οι συμφωνίες μπορεί να παραδειγματίζονται από διεθνείς συμφωνίες, συμφωνίες μεταξύ των θεσμών της ΕΕ και συμφωνίες μεταξύ των κρατών.
Συμπληρωματικό δίκαιο
Το συμπληρωματικό δίκαιο δεν προβλέπεται στις συνθήκες, αλλά περιλαμβάνει νομολογίες, γενικές αρχές δικαίου και διεθνούς δικαίου. Επιτρέπει στους δικαστές να καλύπτουν τα κενά στο πρωτογενές και το παράγωγο δίκαιο. Επίσης, το δικαστήριο εμπνέεται από το διεθνές δίκαιο κατά τη διαμόρφωση νέων ευρωπαϊκών νόμων.
Η ΕΕ έχει δικούς της νόμους και αρχές, που περιγράφονται στις ιδρυτικές συνθήκες. Ως φορέας μπορεί να θεσπίσει νομοθεσία, με την οποία τα κράτη-μέλη πρέπει να συμφωνήσουν και να συμμορφωθούν. Οι εν λόγω νόμοι διαιρούνται σε δύο κατηγορίες: σε πρωτογενές δίκαιο, παράγωγο δίκαιο και συμπληρωματικό δίκαιο.
Πρωτογενές δίκαιο
Το πρωτογενές δίκαιο ορίζεται μέσω των συνθηκών που συνιστούν τη βάση των ενεργειών και των αποφάσεων της ΕΕ. Οι συνθήκες καθορίζουν τον τρόπο που κατανέμεται η ισχύς και η δικαιοδοσία ανάμεσα στην ΕΕ και τα κράτη-μέλη. Το πρωτογενές δίκαιο βασίζεται στις αναθεωρήσεις των συνθηκών της ΕΕ, στα πρωτόκολλα/παραρτήματα των συνθηκών και τις συνθήκες των κρατών-μελών της ΕΕ που έχουν προσχωρήσει προσφάτως σε αυτήν.
Παράγωγο δίκαιο
{0>Secondary legislation is constituted from the treaties principles and comprises of directives and regulations.<}0{>Το παράγωγο δίκαιο ορίζεται από τις αρχές των συνθηκών και περιλαμβάνει οδηγίες και κανονισμούς.<0} Επίσης, στις πηγές {0>Secondary sources also include unilateral secondary law, conventions, and agreements with other nations.<}0{> παράγωγου δικαίου περιλαμβάνονται μονομερείς παράγωγες πράξεις, συμβάσεις και συμφωνίες με άλλα έθνη.<0} {0>Unilateral acts are those listed in Article 288 of the TFEU and those not listed, but which are respected communications and recommendations.<}0{>Μονομερείς πράξεις είναι αυτές που αναφέρονται στο άρθρο 288 της ΣΛΕΕ, καθώς και άλλες που δεν αναφέρονται αλλά αποτελούν σεβαστές επικοινωνίες και συστάσεις.<0} {0>Conventions and agreements may be exemplified by international agreements, agreements between EU institutions and the agreements between the states.<}0{>Οι συμβάσεις και οι συμφωνίες μπορεί να παραδειγματίζονται από διεθνείς συμφωνίες, συμφωνίες μεταξύ των θεσμών της ΕΕ και συμφωνίες μεταξύ των κρατών.
Συμπληρωματικό δίκαιο
Το συμπληρωματικό δίκαιο δεν προβλέπεται στις συνθήκες, αλλά περιλαμβάνει νομολογίες, γενικές αρχές δικαίου και διεθνούς δικαίου. Επιτρέπει στους δικαστές να καλύπτουν τα κενά στο πρωτογενές και το παράγωγο δίκαιο. Επίσης, το δικαστήριο εμπνέεται από το διεθνές δίκαιο κατά τη διαμόρφωση νέων ευρωπαϊκών νόμων.